Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2018

Μεθυσμένα χείλη, διψασμένα μάτια


Ο στίχος λέει πως '' της Κυριακής τα όνειρα ζουν ως το μεσημέρι ''.......


Είχε φτάσει το φεγγάρι αρκετά ψηλά στον Αττικό ουρανό, αρνούμενο να φοβηθεί από το κρύο του Δεκέμβρη. Φώτιζε τούτη τη μαγική νύχτα Κυριακής και ζέστανε με το δικό του ρομαντικό τρόπο άπειρες ερωτευμένες ψυχές σε κάθε γωνιά τούτης της πόλης.

Σε ένα μικρό καφέ πέρα από το ποτάμι , καθισμένοι στο πιο κοντινό τραπέζι στο τζάκι που έκαιγε σταθερά εδώ και ώρα, ήταν εκείνοι....

Οι φλόγες δημιουργούσαν παράξενες αποχρώσεις στους τοίχους , σα μικρά βεγγαλικά που έσκαγαν κάθε στιγμή. Όμως αν μπορούσες να δεις καθαρά , αυτές ωχριούσαν μπροστά στις φλόγες των βλεμμάτων τους. Θαρρείς και μια αόρατη ευθεία γραμμή ένωνε ασταμάτητα τις ματιές τους. Μια γραμμή ετερόφωτη από τη λάμψη τους.

Εκείνος ύψωσε το ποτήρι με το κρασί του και ευχήθηκε '' σε όσα έρχονται ''. Αυτή του χαμογέλασε , και τσούγκρισαν τα ποτήρια τους.

'' Το κρασί πάει με τη μπλούζα σου'' είπε αυτός και γέλασε.....Εκείνη για μια στιγμή σάστισε, κι ένα ύφος απορίας σχηματίστηκε στο πανέμορφο πρόσωπό της. Με το χέρι του της έδειξε το μπορντό πουλόβερ της και συνέχισε να της γελάει
'' μα είναι ίδιο χρώμα, λες και ήξερες τι κρασί θα πάρουμε και διάλεξες επίτηδες το πουλόβερ''

Αυτή άφησε το ποτήρι και τοποθέτησε το δεξί χέρι της πίσω από το λαιμό της με αργές κινήσεις. Στήριξε απαλά το κεφάλι της κι έγειρε ελαφρά προς το μέρος του. Με την υγρή και τόσο αισθησιακή φωνή της του ψιθύρισε με νάζι
'' Νομίζω πως με έχεις μαγέψει, κάθε σου λέξη με κάνει να σε θέλω πιο πολύ ....σε θέλω ''

Το σκωπτικό μα παράλληλα και παιχνιδιάρικο γέλιο , τού κόπηκε αμέσως. Δεν ήταν σίγουρος αν άκουσε καλά. Εδώ που τα λέμε εδώ και λίγες ώρες προσπαθούσε να συνειδητοποιήσει αν όσα βίωνε ήταν αληθινά ή αν τα ονειρευόταν.

Έκλεισε για λίγα δευτερόλεπτα τα μάτια του θέλοντας να σιγουρέψει πως η πανέμορφη μελαχρινή κοπέλα που καθόταν απέναντί του ήταν πραγματική κι όχι αποκύημα της φαντασίας του.

Τα άνοιξε άξαφνα και με ένταση! ήταν εκεί ακόμα....''Πόσο όμορφη '' σκέφτηκε...

* Πόσο της πήγαινε εκείνο το μπορντό πουλόβερ...ταίριαζε τόσο με τη ζεστή της αύρα!
   Εξέπεμπε κάτι που δε μπορούσε να το περιγράψει, μια αλλόκοτη γυναικεία φιγούρα, μια     συνύπαρξη σταθερότητας και έντασης μέσα στο ίδιο σώμα. Τα μαλλιά της επιμελώς ατημέλητα βοηθούσαν σε αυτό το διπολικό ρόλο της. Δεν ήξερες πότε λειτουργούσε σαν ένα αθώο κορίτσι και πότε σαν μια ώριμη γυναίκα....Υπήρχαν στιγμές που το βλέμμα της σε ταξίδευε μέρη που η χαρά κι η ευτυχία εξουσίαζαν κι άλλοτε σε απάτητες κορυφές πόθου και λαγνείας.

Είχε ένα μέτωπο μεγάλο και καθαρό, κανένα στίγμα πάνω του, προσδίδοντας τη μια αρχοντιά κι ένα πλεονέκτημα στην απεικόνιση του τόσο τέλεια δομημένου προσώπου της. Τα φρύδια της έμοιαζαν σαν αψεγάδιαστα μελαχρινά κοσμήματα πάνω στη λευκή επιδερμίδα της. Κοίταξε στη συνέχεια τα μάτια της.....Θα μπορούσε να πνιγεί μέσα στις πράσινες αποχρώσεις του. Ήταν το πρώτο που είχε προσέξει πάνω της όταν μπήκε φουριόζα στο γραφείο του. Αρχικά νόμιζες πως ήταν γκρι μα αν το βλέμμα σου έμενε λίγο παραπάνω εκεί τότε ξεκινούσε το πράσινο να εμφανίζεται με μικρές σπίθες μέσα στο γκρίζο......

Τα μεγάλα σε σχήμα αμυγδάλου μάτια της ενίσχυαν αυτή την εναλλαγή των δυο χρωμάτων. Αυτός απλά είχε χαθεί μέσα τους, μαγεμένος και μόνος κόντρα στην αφοπλιστική τους γοητεία. Θα μπορούσε να χαζεύει τα μάτια της ώρες ολόκληρες.....

Πόσο όμορφη είσαι....

Εκείνη συνέχισε να τον κοιτά βαθιά μέσα στη ψυχή του...χωρίς να κλείνει τα βλέφαρά της...θαρρείς κι είχε ξανά αρχίσει τη διαδικασία αποπλάνησης του...

Άνοιξε ελαφριά τα χείλη της καταστρέφοντας για μια στιγμή μόνο το χαμόγελο της που μόνο με εκείνο της ΤΖΟΚΟΝΤΑ μπορούσε να συγκριθεί..... '' σε θέλω ''

Κόλλησε να κοιτά τα σαρκώδη χείλη της, αν ζούσε ο ΝΤΑΒΙΝΤΣΙ θα είχε σοκαριστεί με τη τέλεια αναλογία του στόματος της σε σχέση με το πρόσωπό της.
Πληθωρικά μα και διψασμένα παράλληλα....Θυμήθηκε τη στιγμή που πρώτη φορά τα άγγιξε με τα δάχτυλά του...

'' Φίλα με '' τον διέταξε και έσκυψε πιο κοντά του χωρίς να πάψει δευτερόλεπτο να τον μαχαιρώνει βαθιά με το διαυγές βλέμμα της.

Έπαψε η καρδιά του να χτυπά, ένιωσε το κενό μέσα του...Εκείνο το κενό που προυπάρχει για λίγο πριν ο πόθος ξεχυθεί σαν λάβα μέσα από την ανάσα . Σμίξανε,  και εκτός από τη γεύση του οίνου που είχε χρωματίσει  τους ουρανίσκους τους , με το φιλί της τον δηλητηρίασε.
Τον δηλητηρίασε  με εκείνο το ναρκωτικό που όμοιό του δεν υπάρχει! Τον μέθυσε με τον έρωτα που γιατρικό δεν παίρνει.....